Δε σε γνωρίζω. Ίσως να ταξιδέψαμε μαζί, όπως το λες, με το “Αλκινόη”
Μα δε σε ξέρω. Από το δρόμο αυτό δεν πέρασες ποτέ σου
Δε διάβασες τα επισκεπτήρια και τις επιγραφές πάνω στους τοίχους.
Όχι δεν πιάνω το χέρι σου. Δε θα κλέψεις το σχήμα του δικού μου.
Μ. Αναγνωστάκης
Με τεράστια θλίψη παρακολουθούμε τα όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στα Πανεπιστήμια. Μία μερίδα του φοιτητικού κινήματος, μέσα από μία σειρά λάθος πολιτικών επιλογών και προβληματικών πρακτικών, έχει οδηγηθεί σε μία καταστροφική αντιπαράθεση εντός του πανεπιστημίου, η οποία προκαλεί την αγανάκτηση της κοινής γνώμης και τη συκοφάντηση του δημοσίου πανεπιστημίου και των φοιτητών, ανοίγοντας έτσι το δρόμο στις αγοραίες μεταρρυθμίσεις του Υπουργείου.
Ο Υπουργός πολύ τεχνηέντως, έχοντας ως σκοπό την περαιτέρω προώθηση της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης με τα λεγόμενα « μη κρατικά πανεπιστήμια», έπαιξε το χαρτί των πρυτανικών εκλογών, ξέροντας ότι κάποιοι θα τσιμπήσουν. Για λόγους που δεν εξετάζονται εδώ, ξέσπασε ένα κύμα στείρας αντιπαράθεσης στο σύστημα καθολικής εκλογής των ανώτατων πανεπιστημιακών οργάνων διοίκησης, με νεφελώδη επιχειρήματα, ελάχιστα κατανοητά στη πλειοψηφία του κόσμου, ενάντια σε μία διαδικασία που στα μάτια των περισσότερων φαντάζει δημοκρατική. Ένα κομμάτι του κινήματος, επέλεξε, χωρίς την απαιτούμενη νομιμοποίηση αλλά και με ιδιαίτερα προβληματικές τακτικές να «μπλοκάρει» στη πράξη τις πρυτανικές εκλογές και όλες τις διαδικασίες εφαρμογής του νόμου – πλαίσιο. Έδωσε το σήμα της κλιμάκωσης της έντασης με μέσα έντονα επιθετικά, χωρίς να έχει την απαιτούμενη υποστήριξη, και μάλιστα στο εσωτερικό του πανεπιστημίου. Οδηγήθηκε έτσι αυτόματα σε τραγελαφικές καταστάσεις ενδοπανεπιστημιακής διένεξης, με πρώτο θύμα τα ίδια τα ιδρύματα, με συμπλοκές, λιποθυμίες και τραυματισμούς, με την αστυνομία να εμφανίζεται να «προστατεύει» το πανεπιστήμιο από τους φοιτητές, και πολλούς από εμάς που αγωνιούμε για τις νεοφιλελεύθερες αλλαγές στη παιδεία και τη μεθοδευμένη με οικονομικά μέσα και χυδαία προπαγάνδα απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων, να παρακολουθούμε αμήχανοι κάποιους στο όνομα μας να λειτουργούν ως υπερασπιστές του πανεπιστημίου , με αντιδημοκρατικές και ανήθικες πρακτικές.
Συγκεκριμένα, η παρέμβαση στα ΤΕΙ Θεσσαλονίκης ενάντια στις εκεί προεδρικές εκλογές έγινε στη πλειοψηφία της από κόσμο εκτός των ΤΕΙ. Δεν υπήρχε η ελάχιστη απόφαση από τα ίδια τα ΤΕΙ για αυτό που έγινε, και αναιμική ήταν και η στήριξη συλλόγων των ΑΕΙ, εκτός ίσως από αυτή της «εξεγερμένης» αρχιτεκτονικής του Α.Π.Θ., προπυργίου των ΕΑΑΚ, η οποία φαίνεται ότι αποφάσισε να εξάγει την εξέγερσή της όπου μπορεί. Το υποκείμενο της παρέμβασης αυτής ήταν μία σειρά οργανώσεων, αριστεριστών ή αναρχικών, οι οποίοι έδρασαν μόνοι τους στο όνομα ενός κινήματος που ποτέ δεν τους έδωσε μια τέτοια εντολή, «για την σωτηρία αυτού».
Ανάλογη ήταν η κατάσταση και στη σύγκλητο του ΑΠΘ. Πόσοι σύλλογοι είχαν πάρει μια απόφαση να σταματήσουν με τη βία το πρυτανικό συμβούλιο; Ένας ή δύο είναι αρκετοί; Και ακόμη και μια απόφαση τέτοιου τύπου νομιμοποιεί αυτή τη συμπεριφορά; Ταυτόχρονα τίθενται και ζητήματα πολιτικού τακτ. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι ο Πρύτανης δε πειράχτηκε από κανέναν, ότι προσποιήθηκε λιποθυμία για να μας συκοφαντήσει κλπ κλπ. δεν σκέφτηκε κανείς, όταν είχε τη φαεινή ιδέα να πάει εκεί μέσα και να σταματήσει μία διαδικασία με το τσαμπουκά και με αμφισβητούμενη δημοκρατική νομιμοποίηση από το ίδιο το κίνημα, ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα, με αυτά που κάνει ή που μπορεί να τον κατηγορήσουν ότι κάνει, να συκοφαντηθεί; Δεν υπάρχει η ελάχιστη ευφυΐα σε αυτούς τους ανθρώπους ώστε να καταλάβουν ότι όταν μπαίνουν 100 άτομα αμφιβόλου προέλευσης και νομιμοποίησης σε ένα -είτε μας αρέσει είτε όχι – αναγνωρισμένο ως δημοκρατικό συμβούλιο και το σταματάνε με το έτσι θέλω, για οσοδήποτε δίκαιο λόγο, καταρρακώνεται η εικόνα τους και συκοφαντούνται, άρα αυτοκτονούν πολιτικά; Ή μήπως δεν υπάρχει το ελάχιστο ενδιαφέρον στην εικόνα που διαμορφώνεται για το φοιτητικό κίνημα; Θεωρούν κάποιες ομάδες ότι μπορούν να εξυπηρετούν το σκοπό της εσωτερικής τους αναπαραγωγής – στήνοντας καταστάσεις απείρου κάλλους και τεστοστερόνης προς εσωτερική κατανάλωση – αμαυρώνοντας πλήρως την εικόνα ενός κινήματος που με νύχια και με δόντια προσπαθούμε να διαφυλάξουμε από υπουργούς και δημοσιογράφους; Πιστεύουν ότι 100 ή και 1000 άτομα με μπόλικους μύες και μηδενική απεύθυνση ή νομιμοποίηση μπορούν πραγματικά να σταματήσουν ένα νόμο; Για πόσο; Και με τι κόστος, όταν η εικόνα του κινήματος και του πανεπιστημίου κατρακυλάει; Αν εντέλει υπήρχε βούληση από το κίνημα, θα κάναμε καταλήψεις στις σχολές αλλά και στη πρυτανεία και καμία αλλαγή δε θα μπορούσε να περάσει όσο οι Σύλλογοι και οι καταλήψεις λειτουργούν. Όλα αυτά λοιπόν γίνονται ακριβώς ελλείψει νομιμοποίησης, ακριβώς επειδή το κίνημα δεν έχει την απαιτούμενη μαζικότητα. Όταν όμως λίγοι αναλαμβάνουν να κάνουν το έργο των αδιάθετων πολλών, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Πέραν του ότι η πρακτική είναι αυταρχική, η απομόνωση είναι βεβαιότητα. Αυτές η συμπεριφορές βοήθησαν να επιτευχθεί αυτό που καμία κυβέρνηση από μόνη της δεν είχε καταφέρει: Η πλειοψηφία της κοινής γνώμης λέει πλέον «γιατί όχι» στα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Δυστυχώς μία μερίδα του αντιεξουσιαστικού και αυτόνομου χώρου δυσκολεύεται εν γένει να αντιληφθεί τη σημασία του πολιτικού επιχειρήματος, του δημόσιου διαλόγου, της δημοκρατικής νομιμοποίησης, της σχέσης με τη κοινωνία. Θεωρεί ότι το σταμάτημα ενός νόμου είναι στρατιωτικό ζήτημα, και φορέας της αντίστασης ο εξεγερμένος, άσχετα αν έχει μία τέτοια εντολή από ένα κίνημα της πανεπιστημιακής κοινότητας που λειτουργεί με συλλόγους, θεσμούς και διαδικασίες. Αρνούνται να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους στη συλλογική οντότητα την οποία υποτίθεται ότι υπερασπίζονται, και κατηγορούν όλους τους άλλους για γραφειοκρατία και συντηρητισμό ενώ δε βλέπουν ότι το ζήτημα είναι βαθύτατα ουσίας. Αρνούνται να ενδιαφερθούν για το πώς νιώθουν και τι πραγματικά θέλουν οι φοιτητές, κάτι που δε μπορούν να συνάγουν από τις εξεγερτικές τους φαντασιώσεις αλλά από πραγματική κοινωνική και πολιτική σχέση με όλους αυτούς τους «αφομοιωμένους, αδιάφορους, συντηρητικούς» στο όνομα των οποίων λειτουργεί ένα κίνημα. Με θεαματικές δράσεις πρωτοπορίας κακού τύπου, οδηγούν αυτούς που δεν συμφωνούν με τις πρακτικές τους σε αποξένωση, και το ίδιο το κίνημα στην απομόνωση.
Η ανοησία όμως και η αφελής ψευδοεξεγερτική αντιδημοκρατικότητα αυτών των κομματιών με όλη την ειλικρίνειά της είναι πταίσμα μπροστά στη χυδαιότητα των ΕΑΑΚ, που στον δίγλωσσο λόγο τους επικαλούνται την άμεση δημοκρατία και τους συλλόγους μόνο όταν τους συμφέρει. Όταν είναι μειοψηφία ζητούν συναίνεση και συνδιαμόρφωση, αλλά όταν κερδίζουν μια συνέλευση ποδοπατούν με το λόγο και τις πρακτικές τους κάθε διαφωνία. Υπήρχε άραγε ομοφωνία για όσα έγιναν; Ακόμη και αν συμφωνήθηκε το σταμάτημα του νόμου, υπήρχε ομοφωνία για τη συμπεριφορά αυτή μέσα στο πρυτανικό συμβούλιο, για την οποία χαρακτηρίστηκε και καπελώθηκε ένα ολόκληρο κίνημα; Δεν υπήρχε καν σοβαρή πολιτική απόφαση! Και βέβαια ξεχνάνε κάθε έννοια συλλόγου όταν ως οργάνωση πάνε να σταματήσουν τις εκλογές του ΤΕΙ!!!! Η αμεσοδημοκρατία τους είναι μία πιπίλα που στη πραγματικότητα ισούται με την άρνηση καθορισμού οιασδήποτε διαδικασίας οριοθέτησης της συζήτησης και του τρόπου απόφασης, ώστε να επικρατούν πάντα στη κουβέντα οι ακούραστοι, φλύαροι, δογματικοί και ανυποχώρητοι επαγγελματίες συνδικαλιστές τους, οι οποίοι με κάθε τρόπο θα πετύχουν να ληφθεί η απόφασή τους. Δεν ξεχνάμε πως για 18 ώρες στο κίνημα του 2006 στη Θεσσαλονίκη λέγανε και ξαναλέγανε τα ίδια επιχειρήματα οι ίδιοι 10 αρχισυνδικαλιστές, ενάντια σε έναν κόσμο που ήθελε να γίνει πορεία και στη Θεσσαλονίκη σε μία καλή ημέρα, και όχι κάτι που θα το λένε «εξόρμηση» (!!!!) σε μία μέρα άλλη, αλλά «μακριά από μας». Είναι σίγουρο ότι θα έσπαζαν οποιοδήποτε χώρο της ΟΝΝΕΔ ή της ΝΔ μέσα στα πανεπιστήμια την ίδια στιγμή που το ΝΑΡ διατηρεί «στέκι» σε χώρο του ΑΠΘ. Το μόνο κόμμα με το δικό του χώρο στο πανεπιστήμιο, του οποίου την αυτονομία και δημόσιο χαρακτήρα δηλώνει πως σέβεται! Αλλά αυτή ήταν πάντα η λογική των ΕΑΑΚ, μία λογική εργαλειακή κάθε αξίας και ιδέας (κίνημα, άμεση δημοκρατία, συναίνεση), μία λογική βαθύτατα αντιφατική και αντιδημοκρατική, μία λογική επαναστατική και συγκρουσιακή στο φαίνεσθαι, αλλά στη πραγματικότητα βαθύτατα αντιδραστική και θρασύδειλη. Γιατί αν πιστεύουν πραγματικά το επιχείρημα που ακούστηκε προς υπεράσπιση των όσων έγιναν - το « κάναμε ό,τι μπορούσαμε να κάνουμε» - μία λογική στρατιωτική που δεν θέτει ζήτημα δημοκρατίας, νομιμοποίησης και ηθικής, τότε ο μόνος λόγος που δεν παίρνουν ως τώρα τα όπλα, μέσο τουλάχιστον πιο αποτελεσματικό από τα καρναβάλια τους, είναι ότι δειλιάζουν.
Ένα κίνημα που αξιώνει να αντιπαρατεθεί στη κυβερνητική επίθεση με όρους αξιοπρέπειας, δημοκρατίας και ηθικής, και που επιδιώκει την αποδοχή της κοινωνίας και τη δημιουργία ενός άλλου κοινωνικού πανεπιστημίου, επάνω σε αξίες – πρόταγμα για μια άλλη κοινωνία, οφείλει να καταδικάσει αυτές τις πρακτικές, και κάθε πρακτική αντιδημοκρατική, που δεν λογοδοτεί ούτε χαίρει νομιμοποίησης από τους ίδιους τους Συλλόγους και το κίνημα πρώτα, και από τη κοινωνία δεύτερα. Καμία λογική δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και υποβάθμισης της κριτικής δεν αρμόζει σε πρακτικές αντιδημοκρατικές και ανομιμοποίητες. Μία συμπεριφορά που δε σέβεται τις συλλογικές διαδικασίες ενός κινήματος, τη δημοκρατική του συγκρότηση και τις αξίες που υπερασπίζεται δε μπορεί να χαίρει υπεράσπισης. Η στάση της πλειοψηφίας της αριστεράς, που σφυρίζει κλέφτικα για αυτές τις πρακτικές, ώστε να μη δυσαρεστήσει τα μέλη και τους ψηφοφόρους της, εκτός του ότι δεν βοηθάει καθόλου το κίνημα ούτε δομεί σχέση εμπιστοσύνης με τη κοινωνία, είναι επιπλέον χυδαία και ανήθικη. Προσπαθώντας υποτίθεται να μη δώσει τροφή στη δεξιά αντίδραση και κριτική, καταλήγει να υπερασπίζεται τακτικές απαράδεκτες και να ταυτίζει έτσι το κίνημα με αυτούς που εκόντες ή άκοντες το χειραγωγούν και το κατευθύνουν με τη βία, κάνοντας επιλογές που το χαρακτηρίζουν χωρίς να ζητήσει την έγκρισή του. Ένα κίνημα δημοκρατικό και με σοβαρές αξιώσεις οφείλει να αρνηθεί και να πολεμήσει αυτές τις λογικές.