Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Η "προφητεία" ενός ναζί



Η «προφητεία» ενός ναζί προφανώς δεν είναι προφητεία, αλλά μία οξυδερκέστατη ανάλυση για τη Γερμανία τον ρόλο της στην Ευρώπη, καθώς και για την εκπληκτική στοχοπροσήλωση ενός ολόκληρου λαού. Αυτό που δεν «βλέπει» όμως ο Ναζί αξιωματούχος, είναι αυτό που δεν βλέπουν και οι σημερινοί διάδοχοί του: ότι η στενότητα στην αντίληψη, ο σωβινισμός και η βία με την οποία προωθούν τα σχεδιά τους, θα συναντούν αντίσταση και θα αποτυγχάνουν πάντα. Ειρωνία της Ιστορίας, ο ρόλος που παίζει ακόμη μια φορά η Ελλάδα σε αυτή την αντίσταση. 

Οι Γερμανοί του σήμερα, όπως οι προκάτοχοί τους, δεν διαθέτουν ένα όραμα ικανό να ενώσει την Ευρώπη. Ας ελπίσουμε αυτή η αποτυχία τους να μην την αφήσει τουλάχιστον στις στάχτες.

Μία απαραίτητη διευκρίνηση: με την παρουσίαση του κειμένου αυτού δεν επιχειρείται η ταύτιση της σημερινής Γερμανίας με τη Ναζιστική θηριωδία. Το διαχρονικό στοιχείο, αυτό που το κάνει επίκαιρο δεν είναι ο Ναζισμός. Είναι κάτι που προυπήρχε του Ναζισμού, που ο Ναζισμός μόνο για μια περίοδο το εξέφρασε, και που φαίνεται να συνεχίζει να υπάρχει: η προσπάθεια της Γερμανίας για ηγεμονία στην Ευρώπη.

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Μέρη που να μπορούν τα όριά μας να χωρέσουν




δημοσίευση μαζί με τον φίλο Παναγιώτη Κετίκη, στο περιοδικό Υποβρύχιο (σ. 50-51)

http://issuu.com/ypovrixio/docs/ypovryxio_61


Τί θέλουν οι Γερμανοί;




Πώς βλέπουν οι Γερμανοί ιθύνοντες το πρόβλημα των υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης; Είναι η αργή αντίδραση της Ευρώπης στη κρίση ολιγωρία ή σχεδιασμός; Ποια η λειτουργία του νέου μηχανισμού σταθερότητας; Υπάρχει ανάγκη για κούρεμα χρέους της Ελλάδας;

Φως στα ερωτήματα αυτά ίσως ρίχνει η σχετική γνωμοδότηση του Καθηγητή Clemens Fuest του Κέντρου για τη Φορολόγηση των Επιχειρήσεων του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Η γνωμοδότηση αυτή δόθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Επιτροπή Προϋπολογισμού του Γερμανικού Κοινοβουλίου κατά τη συζήτηση για το σχέδιο νόμου που αφορά την ανάληψη εγγυήσεων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας και την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Κοινοβουλίου στα πλαίσια μελλοντικών ευρωπαϊκών μέτρων σταθερότητας.

Σε αντίθεση με τη κυρίαρχη κριτική που ασκήθηκε στην ΕΕ για ολιγωρία στη περίπτωση της Ελλάδας, η εν λόγω γνωμοδότηση κρίνει ότι οι αντιδράσεις των αγορών απέναντι σε υπερχρεωμένα κράτη έχουν ένα κατ' αρχήν θετικό αποτέλεσμα, καθώς αποτελούν μία προειδοποίηση και ένα κίνητρο για αλλαγές. Η άνοδος των επιτοκίων δανεισμού για τα κράτη ανάγκασε τα τελευταία να προβούν ταχύτατα σε σκληρές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες αρνούνταν να υλοποιήσουν για πολλά χρόνια, παρά τις επιταγές του Συμφώνου Σταθερότητας. Αυτή η λειτουργία κρίνεται ως θετική και δεν είναι επιθυμητή η ανάσχεσή της. Για το λόγο αυτό κρίνεται και ως βιαστική από μεριάς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η τακτική να αγοράσει κρατικά ομόλογα από υπερχρεωμένες Χώρες. Η τακτική αυτή της ΕΚΤ είχε κατά την γνωμοδότηση μόνο προσωρινά αποτελέσματα και τελικά δεν εμπόδισε τη ραγδαία άνοδο των επιτοκίων, ενώ επέφερε και τεράστιες χρηματικές απώλειες για την ίδια.

Κατά την άποψη του συντάκτη της γνωμοδότησης προβληματική γίνεται η κατάσταση μόνο σε περίπτωση που δημιουργείται πανικός στις χρηματαγορές, με μαζική απώλεια εμπιστοσύνης των δανειστών, οπότε η κατάσταση μπορεί να ξεφύγει εκτός ελέγχου και να οδηγηθεί σε μαζικά ξεπουλήματα ομολόγων. Κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα την έλλειψη ρευστότητας για κράτη ή και για τράπεζες, ενώ σε δεύτερο στάδιο υπάρχει ο κίνδυνος η κρίση να εξαπλωθεί. Για τις επικίνδυνες αυτές περιπτώσεις χρησιμεύει ένας μηχανισμός σταθερότητας, ο οποίος θα είναι σε θέση να επιλύσει προσωρινά τα προβλήματα ρευστότητας κρατών και τραπεζών, ώσπου να ληφθούν τα απαιτούμενα μέτρα και να αποκατασταθεί η αξιοπιστία τους. Ο μηχανισμός όμως αυτός δεν πρέπει να επεμβαίνει πρόωρα και να εμποδίζει την πίεση που δημιουργείται από τις αγορές για μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική σταθερότητα. Επιπλέον, οι ενισχύσεις που θα δίνονται θα έχουν ως προϋπόθεση την υλοποίηση μίας ανάλογης πολιτικής δημοσιονομικής σταθεροποίησης και επομένως και έναν – παροδικό κατά τον συντάκτη – περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας του υπερχρεωμένου κράτους. Με τον τρόπο αυτό δεν θα λειτουργούν οι ενισχύσεις καθησυχαστικά για τα “προβληματικά” κράτη. Αντίθετα σκοπός τους είναι να καθησυχάσουν τις αγορές, ώστε αυτές να μην οδηγηθούν σε πανικό με αποτέλεσμα να εξαπλωθεί η κρίση και σε άλλες χώρες με αντίστοιχο πρόβλημα.

Σκοπός λοιπόν ενός μηχανισμού σταθερότητας είναι να αντιμετωπίσει τα προσωρινά προβλήματα ρευστότητας και να αποτρέψει την εξάπλωση της κρίσης αγοράζοντας ομόλογα υπερχρεωμένων κρατών από ιδιώτες και παρέχοντας δάνεια σε κράτη. Ο μηχανισμός σταθερότητας κρίνεται όμως ως ανεπαρκής σε περιπτώσεις χωρών που – όπως η Ελλάδα – αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπερχρέωσης. Ένα τέτοιο πρόβλημα δεν λύνεται κατά παραδοχή του συντάκτη ούτε με νέα δάνεια, αλλά ούτε και με δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Σε μία τέτοια περίπτωση υπάρχουν τέσσερις διαφορετικές δυνατότητες:
α) άμεσο και οργανωμένο κούρεμα χρέους μεγάλης έκτασης
β) μελλοντικό κούρεμα χρέους ακόμη μεγαλύτερης έκτασης
γ) μία σειρά μικρότερων κουρεμάτων, όπως ήδη συμβαίνει με τη μείωση των τόκων και τη προβλεπόμενη συμμετοχή ιδιωτών
δ) ανάληψη του χρέους από τα άλλα κράτη – μέλη

Το τελευταίο σενάριο κρίνεται ως το δυσμενέστερο, αλλά όχι ως απίθανο, σε περίπτωση που ο μηχανισμός σταθερότητας δεν καταφέρει να καθησυχάσει τους δανειστές. Ακριβώς για το λόγο αυτό εντάσσεται στις λειτουργίες του μηχανισμού η αποτροπή του πανικού και της εξάπλωσης της κρίσης ιδιαίτερα σε μία περίπτωση κουρέματος χρέους (οργανωμένης χρεωκοπίας, όπως την ονομάζει).

Τα παραπάνω δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο μηχανισμός σταθερότητας καμία σχέση δεν έχει με αλληλεγγύη των κρατών μελών σε στιγμές κρίσης. Οι αρνητικές συνέπειες της κρίσης δανεισμού, για τα κράτη αλλά και για τις ζωές των ανθρώπων, θεωρούνται αναγκαίο επακόλουθο μίας βίαιης προσαρμογής, η οποία κρίνεται ως ευεργετική. Καμία σκέψη δεν γίνεται για προστασία της κοινωνίας από τις βίαιες αναταραχές της οικονομίας. Μοναδικός σκοπός του μηχανισμού σταθερότητας φαίνεται να είναι το να καθησυχάσει τους δανειστές και να αποτρέψει την εξάπλωση της έλλειψης ρευστότητας. Ταυτόχρονα δεν τίθεται καν σε συζήτηση το ποιο είναι το είδος των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για τα κράτη. Υπό τον αόριστο τίτλο των μέτρων σταθερότητας και εξυγίανσης συσκοτίζεται ολόκληρη η πολιτική συζήτηση περί των απαιτούμενων μέτρων. Το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά όχι μόνο προκαλούν ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα, αλλά και αποτυγχάνουν, καθώς βυθίζουν ακόμη περισσότερο την οικονομία στη παρακμή και την ύφεση και διαλύουν τον παραγωγικό ιστό της χώρας, δεν φαίνεται να προβληματίζει. Η παρούσα πολιτική λιτότητας που βίαια εφαρμόζεται στην Ελλάδα παρουσιάζεται ως μονόδρομος. Το ίδιο και ο (προσωρινός κατά τον συντάκτη) περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας από ένα όργανο (το μηχανισμό σταθερότητας), το οποίο δεν έχει καμία πολιτική νομιμοποίηση. Το όργανο αυτό, που καλείται να αποφασίσει την εφαρμογή πολιτικών με σοβαρότατες συνέπειες για τις ζωές εκατομμυρίων δεν είναι καν ένα πολιτικό όργανο, έστω και με μία έμμεση νομιμοποίηση όπως αυτή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά ένα κονκλάβιο τεχνοκρατών που αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών για τις μοίρες ολόκληρων λαών. Η μετέπειτα ψήφιση από τα εθνικά Κοινοβούλια των «προτεινόμενων» αυτών μέτρων – ενόψει του οικονομικού εκβιασμού που ασκείται – καθόλου δεν αναπληρώνει το κενό της νομιμοποίησης, παρά μόνο υποβαθμίζει και γελοιοποιεί τον ρόλο των δημοκρατικά εκλεγμένων αντιπροσώπων του λαού και της δημοκρατικής εκπροσώπησης γενικά. Η δημοκρατία σταματά εκεί που ξεκινούν οι επιταγές των αγορών...

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011

στο Θανάση Γ.




η νύχτα είναι πιο γλυκιά και νιώθω λιγότερο μόνος μέσα της, σαν ξέρω ότι τη διασχίζεις σιωπηλός, η τσάντα με τα βιβλία σου στο ένα χέρι, και το τσιγάρο στο άλλο, ελαφρώς ζαλισμένος από τη μπάρα και τους joy division. Εσύ ξέρεις να τιμάς τη νύχτα, να τη συνοδεύεις ως τις τελευταίες ώρες της, να μην τη πετάς με αγνωμοσύνη ξεκουράζοντας τον εαυτό σου για την ανίερη ημέρα...εσύ ξέρεις να κρατάς τη πόλη οικεία, τη πόλη που άλλοι αφήσαμε, να χαϊδεύεις τους δρόμους της σαν αφοσιωμένος εραστής...εσύ ξέρεις τις ώρες της φρίκης της αλλά και τις κρυφές ηδονικές ανταμοιβές της, καθώς και αυτή σου δόθηκε ολοκληρωτικά. Και σαν τον τρελλό μας μιλάς για αυτή, σε γλώσσα ακατάληπτη. Και μεις κάνουμε πως καταλαβαίνουμε και σου χαμογελάμε...

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Η αγανάκτηση κατά των Αγανακτισμένων





Από τη δική μας πλευρά,
αν αναγκαζόμασταν να επιλέξουμε
μεταξύ των βαρβάρων του πολιτισμού
και των πολιτισμένων ανδρών της βαρβαρότητας,
θα επιλέγαμε τους πρώτους.
Ευτυχώς όμως μια άλλη επιλογή είναι εφικτή
Victor Hugo

Η Δημοκρατία αφανίζεται από δύο ειδών εκτροπές:
είτε από την αριστοκρατία των Κυβερνώντων,
είτε από τη λαϊκή περιφρόνηση για τις αρχές
τις οποίες οι ίδιοι οι άνθρωποι εγκαθίδρυσαν.
Το διπλό έργο των μετριοπαθών και των ψευδοεπαναστατών
είναι να μας ταλαντεύουν διαρκώς μεταξύ των δύο αυτών κινδύνων
Maximilien Robespierre


Ένα συνονθύλευμα φωτισμένων καθοδηγητών του λαού, a la carte προασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της πολιτικής ορθότητας, κονδυλοφόρων της από την καρέκλα του υπολογιστή κριτικής στη κριτική του καναπέ, διακηρύσσοντας την βαθιά δημοκρατική τους ευαισθησία επιτέθηκαν κατά του κινήματος των Αγανακτισμένων στην Ελλάδα. Χύνουν τόνους δακρύων και μελανιού μπροστά στη φρίκη της άβουλης, απολίτικης και βάρβαρης μάζας υποκριτών Αγανακτισμένων. Και διαβάζοντας με προσοχή τα σημάδια των καιρών, προφητεύουν την αποτυχία του κινήματος, καλώντας μας να πάμε σπίτι μας, μέχρι να έρθει μία άλλη κινητοποίηση, κάποια άλλη στιγμή, με κάποια άλλα χαρακτηριστικά.

Το ενδιαφέρον των πλατωνικών αυτών εραστών της ελευθερίας και της δημοκρατίας να αναδείξουν τις ευθύνες όλης της κοινωνίας τελείως ξαφνικά ατονεί όταν ανακαλύπτουν σοκαρισμένοι πόσο επικίνδυνο είναι να θεωρεί κανείς όλους τους βουλευτές κλέφτες και όλους τους δημοσιογράφους ρουφιάνους. Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για την αδικία που τελείται κατά των θεσμών και όλων των εκπροσώπων τους. Καταδικάζουν τη βία της μούτζας ως στείρα πολιτική πράξη αδιάκριτα στρεφόμενη προς το σύνολο του συστήματος, όταν οι ίδιοι έχουν σύρει στη λάσπη αδιακρίτως ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους, ξεχνώντας εκεί το ότι υπάρχουν και άνθρωποι που κάναν με φιλότιμο και τιμιότητα τη δουλειά τους. Το δημόσιο μπορεί να είναι παρασιτικό, αλλά η Βουλή δεν μπορεί να είναι μπουρδέλο. Όταν πρόκειται για τους 300 αντιπροσώπους του λαού μιλούν για τσουβάλιασμα, όταν λοιδορούν δεκάδες χιλιάδες πολίτες και εργαζόμενους, τότε κάνουν φωτισμένη κριτική και μεταρρύθμιση. Πότε όμως διώχθηκε και καταδικάστηκε τελευταία φορά κάποιος Βουλευτής, Δικαστής, Εισαγγελέας κλπ; Δεν γνωρίζουν οι επαΐοντες της πολιτικής ανάλυσης των λαθών του λαού ότι όταν ένας θεσμός δεν μπορεί να ελέγξει αυτούς που τον απαξιώνουν, απαξιώνεται και ο ίδιος ανεξάρτητα από το πόσους τίμιους περιλαμβάνει; Το γνωρίζουν, και πολύ καλά μάλιστα. Αλλά το θυμούνται μόνο όταν αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. Θα πρέπει όμως να αποφασίσουν. Ή η συνολική κριτική για έναν θεσμό ή σε μία κοινωνία έχει να κάνει με το πως εντέλει λειτούργησαν παρά τις φιλότιμες εξαιρέσεις, και έτσι ορθώς είναι συνολική. Ή θα είναι πάντα κριτική μόνο σε άτομα αδυνατώντας να μιλήσει για τους θεσμούς. Όποιος πάλι πιστεύει ότι οι χιλιάδες που φωνάζουν κλέφτες απευθύνονται στις ποινικές ευθύνες όλων ανεξαιρέτως των βουλευτών, μάλλον είναι πιο ανόητος από όσο ανόητο θεωρεί τον λαό.

Όσο γι' αυτούς που βλέπουν βία στο πέταγμα του αυγού και της μούτζας, αλλά όχι στο ξερίζωμα του εργατικού δικαίου, του κοινωνικού κράτους, την κατάργηση σχολείων, υποτροφιών και την πραξικοπηματική ψήφιση των Μεταρρυθμίσεων του Μνημονίου, τους λέμε ότι η αντίληψή τους περί νόμιμης βίας είναι για κλάματα. Ούτε ένα αυγό σε τρένο προς το Άουσβιτς δεν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν με τα κριτήρια αυτά. Αλλά εκεί μπορούν χωρίς αναστολές για άλλη μια φορά να χρησιμοποιήσουν όποια κριτήρια τους βολεύει.

Άλλοι πάλι έχοντας βαθιά επίγνωση της Ιστορίας των κινημάτων και των επαναστάσεων δηλώνουν ότι τα χαρακτηριστικά πολλών από τους Αγανακτισμένους καθιστούν το κίνημα ανεπαρκές ή και προβληματικό. Αναπολούν τις μεγάλες επαναστάσεις που δημιουργήθηκαν από ευγενέστατους ευτραφείς γνώστες του savoir vivre και πλήρως συνειδητοποιημένους πολίτες, που βέβαια δεν έβλαψαν ποτέ τους κανέναν και είχαν όλο το δίκιο με το μέρος τους. Γνωρίζουν καλά ότι η Βαστίλη γκρεμίστηκε από ριζοσπάστες φοιτητές κοινωνικών επιστημών που μόλις αποφοίτησαν από σεμινάριο περί σωστής δημοκρατίας και πολιτικά ορθών μέσων διαμαρτυρίας. Οι ίδιοι που ως τώρα έπνεαν τα μένεα κατά της αριστεράς για τον ελιτισμό της, απηυδούν τώρα μπροστά στον υποτιθέμενο απολίτικο χαρακτήρα του σημερινού κινήματος και αναλύουν εκτενώς το προβληματικό νόημα των πρακτικών του ενάντια στο ιερό κτίριο του Κοινοβουλίου. Δεν αναγνωρίζουν ότι μοιράζονται την ίδια αλλεργία και για τους ίδιους λόγους με κομμάτι της αριστεράς. Έχουν δηλαδή ελάχιστη κατανόηση για τα προβλήματα, τις έγνοιες και τις αντιλήψεις του λαού.

Με την προσφιλή τους τακτική να χρησιμοποιούν μία μέθοδο μόνο όταν τους συμφέρει συγκρίνουν την Ελλάδα με την Ισπανία και στρέφονται κατά του ελληνικού κινήματος με την κατηγορία ότι τα αιτήματά του είναι πολύ πιο ρηχά από τα αντίστοιχα των Ισπανών Αγανακτισμένων. Ωσάν οι δικοί τους λίβελοι εκτός από μία διαρκής γκρίνια και μία λογική ξεριζώματος όποιου θεσμού δεν λειτουργεί ικανοποιητικά να έβριθαν προτάσεων για το μέλλον της Χώρας. Μα υπάρχει για την Ελλάδα κεντρικότερο, ζωτικότερο σύνθημα αυτή τη στιγμή από την κατάργηση του Μνημονίου; Μπορεί να υλοποιηθεί οποιαδήποτε κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα της Τρόικας; Την ίδια μέρα βέβαια εξέδωσε ψήφισμα το Σύνταγμα με το οποίο καλούσε σε διήμερο καταναλωτικό μπουκοτάζ και άρχισε να συζητείται η πρόταση για μαζική ανάληψη καταθέσεων. Η διάθεσή του αυτή για αγριότερα μέσα αγώνα είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους νομίζουν ότι η ουσία ενός ξεσηκωμού εξαντλείται σε μία πλήρη λίστα με αιτήματα. Προφανώς το ελληνικό κίνημα έχει μεγάλες και ενδογενείς αδυναμίες. Πώς θα μπορούσε άλλωστε μετά από χρόνια παρακμής; Το ξεπέρασμά τους όμως περνάει μέσα από την ενίσχυση του, όχι από την απαξίωσή του. Είμαστε σίγουροι ότι μαζί με το κίνημα, και οι κονδυλοφόροι των Ισπανών έχουν κάτι πιο ουσιαστικό να συνεισφέρουν σε σύγκριση με τους εντόπιους φωστήρες της Δημοκρατίας.

Οι αποστειρωμένοι αυτοί Στοχαστές μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: από τη μία είναι αυτοί που πάντα απεχθάνονταν τον λαό, που τον θεωρούν ηλίθια μάζα, ανίκανη όχι μόνο να κυβερνηθεί αλλά και να καταλάβει τα οφέλη που έχει για τη ζωή της η ευεργετική πολιτική των τεχνοκρατών ηγεμόνων της. Η Δημοκρατία είναι γι' αυτούς ούτως ή άλλως υπερεκτιμημένη ιδέα. Αυτοί είναι συνεπείς στις απόψεις τους όταν μιλούν για τους Αγανακτισμένους. Πάντα έβλεπαν οποιαδήποτε λαϊκή κινητοποίηση σαν συρφετό χωρίς νόημα που μόνο εμπόδιο μπορεί να αποτελέσει για την καλογυαλισμένη μηχανή της διοίκησης των ανθρώπων. Μόνη τους ασυνέπεια αυτό καθ' αυτό το γεγονός ότι κοπιάζουν να κάνουν στους ηλίθιους γνωστές τις απόψεις τους. Ίσως γιατί κατά βάθος πιστεύουν ότι θα φωτίσουν τον κόσμο με τα λόγια τους. Ίσως πάλι γιατί θεωρούν την ανάδειξη της ηλιθιότητας του άλλου επαρκή απόδειξη της μη ηλιθιότητας του εαυτού.

Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, που δηλώνουν προοδευτικοί και δημοκράτες. Που θέλουν να δουν τους ανθρώπους να αλλάζουν και να παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Μόνο που η δημοκρατική τους αυτή ευαισθησία είναι μικρότερη από την πολιτική τους υποχονδρία. Έτσι φρίττουν κάθε φορά που βλέπουν μία πραγματική λαϊκή κινητοποίηση και δηλώνουν απογοητευμένοι που ο λαός δεν είναι τελικά οι αστραφτεροί ιππότες που έχουν στο κεφάλι τους. Και τότε σπεύδουν, ίσως και για τους ίδιους λόγους με τους πρώτους, να μας φωτίσουν για το πώς θα πρέπει να είναι ένα νικηφόρο κίνημα, από τί ανθρώπους πρέπει να απαρτίζεται και τί αιτήματα να έχει. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν καταφέρνουν να φτάσουν πολύ βαθύτερα από τη στηλίτευση των μυρίων κακών και αοριστίες του τύπου «να γίνουμε σκεπτόμενοι» ή «πρέπει να μπει πολιτικό περιεχόμενο». Οι λίγοι που ξεχωρίζουν μας κάνουν την χάρη να μας αναλύσουν πώς φαντάζονται τον κόσμο και να μας δηλώνουν με περισσή αυταρέσκεια ότι θα αγωνίζονταν μαζί με τον λαό αν αυτός αγκάλιαζε τις ιδέες τους. Σ' αυτούς οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη για την άοκνη συμμετοχή τους, τη μεγάλη συνεισφορά τους στον αγώνα και τις τόσο πολύτιμες ονειρώξεις τους. Θα χαρούμε να τους επισκεφτούμε το συντομότερο δυνατό στον κόσμο που βρίσκονται. Τους λέμε τέλος πως η δημοκρατία που ονειρεύονται δεν είναι πραγματική, γιατί δεν είναι ζωντανή.

Ένα λαϊκό κίνημα δεν μπορεί να είναι παρά αυτό που βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Μαζικό, πολύχρωμο, αντιφατικό, μεγάλο. Η αιτία της αδυναμίας του είναι ταυτόχρονα η αιτία της αβυσσαλέας δύναμής του και της ικανότητάς του να αλλάξει το υπάρχον και να δώσει νέο αίμα στα σαπισμένα του μέλη. Γιατί όταν ένα σύστημα αδυνατεί να λειτουργήσει, να αυτοκαθαρθεί και να αυτοανανεωθεί τότε είναι όχι μόνο σίγουρο, αλλά και επιθυμητό να καταρρεύσει, ανεξάρτητα από τα καλά στοιχεία που μπορεί να διέθετε. Ο κίνδυνος της αποτυχίας, ακόμη και της παρεκτροπής είναι πάντα υπαρκτός. Όμως τα πολιτικά κινήματα στην Ελλάδα ως τώρα, παρά τις μεγάλες αδυναμίες τους, έχουν τουλάχιστον δείξει ότι κατά κανόνα δεν εκφράζονται από ισοπεδωτικές στάσεις μίσους και φόβου. Οφείλουμε για άλλη μια φορά να εμπιστευτούμε το λαό. Και να δώσουμε ότι καλύτερο έχουμε για να γίνει αυτό το κίνημα η αρχή όλων όσων θέλουμε να δούμε.




Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Για τη νομική εκπαίδευση



Όπως μου είπε κάποτε ο Καθηγητής Redslob, ο πρώτος Πρύτανης του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου - ο οποίος επ' ουδενί δεν θα χαρακτηριζόταν ως προοδευτικός -  η Νομική εκπαίδευση μοιάζει με εκπαίδευση ενός Τσίρκου Ψύλλων. Αφού συλληφθούν, κλείνονται σε ένα πακέτο τσιγάρα, στο άνοιγμα του οποίου τοποθετείται ένα κομμάτι γυαλί. Όταν οι ψύλλοι προσπαθήσουν να πηδήξουν έξω απ' το πακέτο, συγκρούονται με το γυαλί. Μετά από λίγο καιρό μαθαίνουν πόσο ψηλά μπορούν να πηδήξουν, χωρίς να συγκρουστούν. Όταν τέλος αφαιρεθεί το γυαλί, έχουν πια ξεμάθει να πηδούν έξω από το πακέτο. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται συνεχώς σε όλο και μικρότερα πακέτα, μέχρι να μάθουν οι ψύλλοι ότι δεν μπορούν καθόλου να πηδήξουν. Όταν έχουν μάθει πια να κινούνται μόνο σερνάμενοι, τότε έχει ολοκληρωθεί και η εκπαίδευσή τους για το τσίρκο. Αυτό για τους νομικούς είναι η στιγμή των τελικών εξετάσεων. Κατά τη διάρκεια των σπουδών τους αφαιρείται και η παραμικρή διάθεση για δημιουργική σκέψη και καταλαβαίνουν πολύ γρήγορα, ότι κάθε πρόσθετη γνώση περί κοινωνικοψυχολογικών, οικονομικών ή κοινωνικών σχέσεων αποτελεί μόνο εμπόδιο στη νομική εργασία.  Τέτοιες γνώσεις δεν ωφελούν σε τίποτα απέναντι στους ήδη αναγνωρισμένους νομικούς.
( Klaus Eschen, Vor den Schranken, Kursbuch 40, 1975, S. 104)

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

ο ουρανός εντός μου...



τυχαία έπεσα σε αυτό το απόσπασμα από τη τελευταία ταινία για τη ζωή του Γιάννη του Αγγελάκα. Εδώ ο γιάννης καταλήγει με φίλους στον Ψηλορείτη, όπου στήνεται ένα πρόχειρο αλλά θερμό γλεντάκι. Κοιτάζοντας τους τόπους, τους ανθρώπους, ακούγοντας τις μουσικές, σκέφτηκα χρόνους άλλους, μια ζωή πιο απλή, πιο περήφανη, έναν λαό πιο απλό, πιο περήφανο, που μέτραγε τη ζωή όχι με το χρήμα...ίσως έναν λαό που δεν υπήρξε ποτέ, αλλά που μέσα μας, σε κάποιο σκοτεινό βάθος ανασαίνει βαριά.
Και μετά πώς φτάσαμε ως εδώ; πώς πουλήσαμε τον ουρανό για έπιπλα και σκεύη; πώς γίναμε φτωχοδιάβολοι και σκύβουμε το κεφάλι για να διασφαλίσουμε ότι αύριο ο μισθός θα μπει στη τράπεζα;
Γιατί μπορεί να είναι ο πρωθυπουργός μας αυτός που κάνει τα πάντα για να μη δυσαρεστήσει τους δανειστές μας. Αλλά οι δανειστές μας πρέπει να μείνουν ευχαριστημένοι για να συνεχίσουν να μας δανείζουν. Για να συνεχίσουμε να καταναλώνουμε, γιατί έχουμε ξεχάσει να παράγουμε. Και το ξέρουμε, γι'αυτό και το επιτρέπουμε ακόμη και αν διαμαρτυρόμαστε όταν μας χτυπά κατακούτελα. Στην πραγματικότητα, έχουμε πτωχεύσει εδώ και καιρό. Και πτωχεύσαμε πρώτα ηθικά. 
Ίσως τελικά όλο αυτό ξεκινά από πολύ παλιότερα, από την ένταξη μας στη νεωτερικότητα ως νεοέλληνες. Ίσως τελικά αυτός ο λαός δεν μπόρεσε ποτέ να ενταχθεί σε ένα τρόπο ζωής ασύμβατο - σε κάποια μέρη του - με τη κοσμοθεώρηση του...ίσως πάλι όλα αυτά να είναι ουσιοκρατικες αηδίες και οι κύκλοι του καπιταλισμού να εξηγούν καλύτερα το τί συμβαίνει.
Και τότε το μυαλό μου πάει μακριά σε έναν άλλο λαό, τους ινδιάνους. Η εικόνα που μας έχει μεταφερθει για τους ινδιάνους ως ευγενεις αγρίους μπορεί να είναι μία αντίστροφη αντανάκλαση της δυτικής αλλοτρίωσης, μία ρομαντική εικόνα που κρύβει μία σκληρή πραγματικότητα. Αλλά είναι γεγονός ότι αυτό που σήμερα είναι οι ινδιάνοι είναι μία θλιβερή σκιά του παρελθόντος τους. Κατήντησαν άνεργοι αλκοολικοί στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές των ΗΠΑ. Σίγουρα έχει να κάνει με τη πολιτική των εποίκων απέναντί τους, με ιστορικές αδικίες και εγκλήματα που ως και σήμερα βαραίνουν στις πλάτες τους. Αλλά ιστορικές αδικίες έγιναν σε πολλούς λαούς, και παρόλα αυτά κάποιοι τα κατάφεραν καλύτερα.
Και ύστερα έρχεται στο μυαλό μου το ποίημα του Baudelair, το αλμπατρος:
Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
αυτοί οι ρηγάδες τ' ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τ' αποσταμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.


Ίσως λοιπόν κάποιες κουλτούρες να είναι πιο ασύμβατες με τη χρηματοπιστωτική πραγματικότητα. Ίσως όταν αυτές οι κουλτούρες -άσχετα πόσο αξιολογες- βρεθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον εξελίσσονται με πολύ παρακμιακό τρόπο...δεν είναι ο ξέφρενος καταναλωτισμός των ελλήνων μία αναστροφή της πιο περίπλοκης και "large" σχεσης τους με το χρήμα, σε αντίθεση με τους πάντα φειδωλούς, εργατικούς και ορθολογικούς γερμανούς, μίας σχέσης που ξεκινά από το κέρασμα και το δώρο, ακόμη και αν φτάνει στη βίλα και τη πόρσε; Η διαφθορά και η διαπλοκή -πρφανώς παθογένειες- δεν είναι ίσως μια απεγνωσμένη απόπειρα του διοιηκούμενου να αντιμετωπίσει και να προσωποποιήσει έναν απρόσωπο, γραφειοκρατικό και επιπλέον στην ελληνική του έκδοση αυθαίρετο και αναξιόπιστο κρατικό μηχανισμό; Και αν αυτά έχουν μια μικρή έστω δόση αλήθειας, τότε περιμένουμε να λυθεί το πρόβλημα με τη περαιτέρω γερμανοποίηση των θεσμών και των ανθρώπων μας;
Δε ξέρω αν είμαστε ασυμβίβαστοι με τη δυτική νεωτερικότητα. Τί σημαίνει άλλωστε ασυμβίβαστοι; οι άνθρωποι αλλάζουν, εξελίσσονται. Αλλά και αυτή η εξέλιξη είναι προϊόν της συναντησης του παλιού με το καινούριο. Και ακόμη αν με τους εξ εσπερίας το καινούριο είναι κοινό (έστω και με σχετικά δυσμενέστερους όρους), σίγουρα το παλιό μας διαφέρει. Ήταν μαθηματικά προβλέψιμη αυτή η εξέλιξη; Σίγουρα όχι. Είμαστε πάντα υπεύθυνοι για τις επιλογές που κάνουμε, όσο και αν αυτές επηρεάζονται από το ποιοι είμαστε. Ίσως όμως και ο προτεσταντικός καπιταλισμός να μας είναι - σε κάποιο κομμάτι της ύπαρξης μας - ξένος, με αποτέλεσμα τον (ηθικό και οικονομικό) ξεπεσμό μας εντός του. 
Το τί θα κάνουμε από δω και πέρα μου είναι άγνωστο. Φαντάζομαι ό,τι κάνουμε πάντα. Κουτσά στραβά θα αυτοσχεδιάσουμε...το πώς θα εξελιχθούμε εντός του υπάρχοντος μου είναι ακόμη πιο άγνωστο. Θα πρέπει να κατεβούμε από τον Ψηλορείτη της καρδιάς μας, να τον αφήσουμε για πάντα πίσω για τη βουή της Αθήνας; Μπορούμε να το κάνουμε;  Το μυαλό μου ξαναγυρνά στη Κρήτη...
Πώς έφτασα ως εδώ από τον Αγγελάκα;