Δευτέρα 28 Μαΐου 2007


Παρόλο το τριήμερο, εγώ βαριέμαι να πάω αύριο στη δουλεια... αφήστε με να κοιμηθώ!

Δευτέρα 21 Μαΐου 2007

Δεν είναι μόνο ο αναρχισμός lifestyle


Το κίνημα τελείωσε, και τί έμεινε;
Στέκια και χώροι ανοίγουν γεμίζουν αδειάζουν και κλείνουν. Και τί έμεινε;
Άνθρωποι περνάνε και φεύγουν. Και τί μένει;
Το ευχάριστο φούσκωμα της κατανάλωσης.

Μπαίνουμε σε μια παρέα, σε μια ομάδα, γιατί είναι ωραία, για να περνάμε καλά.Για να ζήσουμε την εμπειρία. Και μόλις το πράμα ζορίζει, μόλις απαιτεί κάτι παραπάνω από ότι είμαστε έτοιμοι να δώσουμε, μόλις ζητά ανάληψη πρωτοβουλιών και ευθυνών, ή μόλις φουσκώνουμε λίγο και ζητήσουμε νέες εμπειρίες, την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια. Περνάμε από παντού, κάνουμε λίγο απ' όλα αλλά και τίποτα συγκεκριμένα. Όλα ανάλαφρα, ίσα να τα γευτούμε, όλα επιφανειακά. Δε μπορούμε να μείνουμε πολύ σε ένα σημείο, να επενδύσουμε κάπου, σε μια σχέση, σε μια ομάδα. Και αυτό για να μη δεσμευτούμε, λέμε. Για να είμαστε ανοιχτοί και να μη χάνουμε τίποτα από το πλήθος ερεθισμάτων που περνά από δίπλα μας. Ψέμα. Απλά μας είναι αδύνατο να επιμείνουμε σε κάτι, να ζοριστούμε για κάτι, να δώσουμε έστω και μια στάλα φαιάς ουσίας παραπάνω. Αυτό σημαδεύει το τρόπο που σχετιζόμαστε, που αγαπάμε, που κάνουμε πολιτική. Μόνο κατανάλωση. Ίσα ίσα για να περνάμε καλά και να νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε...

Είμαστε περαστικοί απ' τη γιορτή. Ποτέ μας δεν ενδιαφερθήκαμε να μάθουμε ποιος γιορτάζει, γιατί, και γιατί μας κάλεσε. Ούτε προς θεού σκεφτήκαμε να βοηθήσουμε και μεις στη διοργάνωση. Εμείς για να φάμε και να πιούμε ήρθαμε. Και στο τέλος δεν έχουμε κάνει τίποτα. Κρατάμε όμως αυτό το εξαίσιο φούσκωμα της κατανάλωσης. Ότι τα ζήσαμε όλα. Τίποτα δε ζήσαμε. Περάσαμε και δεν αγγίξαμε. Άντε στον αγύριστο λοιπόν...


Αν δε μπορώ να χορέψω δεν είναι δική μου επανάσταση - Emma Goldman

Αν δε μπορώ να επαναστατήσω, δεν είναι δικός μου ο χορός...

Αφιερωμένο στις εκδηλώσεις που δεν είχανε κόσμο,αλλά και σ' αυτές που είχανε, στις κινηματογραφικές, θεατρικές και μουσικές ομάδες που περάσανε καλά, στις ομάδες που σβήσανε, στις πρωτοβουλίες που δε προχωρήσανε, και στις δικτυώσεις που στραβώσανε. Λόγω πολιτικών διαφωνιών βεβαίως... α, και σ' αυτούς που πίστεψαν πως ήμασταν εδώ για σοβαρό σκοπό, για πολιτική, για επανάσταση βρε αδερφέ. Καλή τύχη μάγκες.

Δευτέρα 7 Μαΐου 2007

Στον Π.


Είναι μόλις 19. Χαμογελαστός, γεμάτος όνειρα και πάθος. Σαν να θέλει να πιει όλο το κόσμο με μια γουλιά, να ρουφήξει τον αέρα όλο με μια ανάσα. Σαν να μη θέλει να παραδεχτεί τη θνητότητά του.Ονειρεύεται κι' αυτός. Πως είναι μεγάλος.Πως μπορεί τα πάντα μονομιάς ν'αλλάξει. Και κάνει ό,τι μπορεί γι'αυτό. Ζει γι'αυτό. Πιστεύει.Θέλει να μάθει τα πάντα.Αγαπάει τα πάντα.Ακόμη κι αυτά που πολεμά. Τα αγαπά γιατί τον κάνουν τόσο μεγάλο, όσο κι ο αντίπαλός του.

Τού λαχε όμως να ζήσει σε μια εποχή που μας τελείωσαν τα μεγάλα. Και τα όνειρα μας τελειώσανε. Το πάθος μας χύνεται σε τσιμεντένιο πάτωμα, και δε ποτίζει τη γη. Τ' αυτιά είναι βουλωμένα. Ή μάλλον βουίζουν από το πολύ θόρυβο, και δε μπορούν ν'ακούσουν τη κραυγή.

Ήταν κι αυτός εκεί. Όταν οι φοιτητές σήκωσαν το ανάστημά τους, ενάντια στο ξερίζωμα, που λέγεται "μεταρρύθμιση". Μέχρι κι οι λέξεις χάσαν το νόημά τους σήμερα. Ήταν εκεί όταν μας χτύπησαν. Όταν μας μάτωσαν. Για να κάνουν πολιτική. Για να φτιάξουν το πρόσωπό τους, τσάκισαν το δικό μας. Και αυτός ήταν εκεί. Ήταν ένας από αυτούς που κατηγορήθηκαν άδικα, απλά επειδή ήταν εκεί. Επειδή αγωνίζονταν. Και αγωνιζόταν πάντα με φανερό πρόσωπο, γιατί ήταν ένας από μας, γιατί ήθελε να φανεί η οδύνη στα μάτια του, η αγωνία για όσα ζει.

Αφού ασέλγησαν επάνω του, στις πράξεις και τα πιστεύω του, αθωώθηκε. Είχε κοπάσει ο ορυμαγδός. Άλλωστε σημάσία είχε να φανεί στο γυαλί πως γίνεται έργο, πως επιβάλλεται δικαιοσύνη. Απο ποιόν; και σε ποιον;Ποιος άραγε από αυτούς είναι σε θέση να δικάσει ακόμα και το κάψιμο της τράπεζας; Αυτοί είναι οι πρώτοι κλέφτες, οι πιο αδίστακτοι δολοφόνοι.

Είχε φοβηθεί τότε είναι η αλήθεια. Ήταν όλα αυτά πολύ μεγάλα γι' αυτόν, δε καταλάβαινε το ρόλο που έπρεπε να παίξει. Γι' αυτό συνέχιζε να χαμογελά...

Δεν είχαν όμως τελειώσει μαζί του. Σε ένα κάψιμο αυτοκινήτου, τυφλό, ανέυθυνο, βρέθηκε εκεί κοντά. Όχι γι' αυτό, ποτέ γι' αυτό. Αυτός χόρευε όλο το βράδυ με φίλους. Με συντρόφους. Χόρευε, σαν σε τελετουργικό θυσίας. Της δικής του. Χόρευε, γιατί ποτέ του δε κατάλαβε ποιος πραγματικά είναι, πόσο στ' αλήθεια αγωνίστηκε.

Τον χτύπησαν για μια ακόμη φορά. Και αυτή τη φορά δυνατά. Τί κι αν είχε άλλοθι; Τί κι αν δε ταίριαζε στις περιγραφές; Είχε ξανασύλληφθεί. Για τους αγώνες του πάλι. Για πράγματα που ποτέ δεν έκρυψε. Αλλά κάποιος έπρεπε να πληρώσει, για να φοβηθούμε όλοι. Κάποιος έπρεπε να πληρώσει για να φανεί πως γίνεται δουλειά. Οι βρυκόλακες της τηλεόρασης ζητούσαν συλλήψεις. Ζητούσαν υπευθύνους, αρχηγούς, αναρχικούς. Και έπρεπε να τους έχουν. Έπρεπε. Για να κρατήσουν οι υπουργοί τις θέσεις τους...

Ακόμη δε καταλαβαίνει τί έκανε. Ακόμη δε καταλαβαίνει πώς έτυχαν σ'αυτόν όλα αυτά. Αλλά δεν έτυχαν. Έπρεπε να το ξέρεις φίλε μου, πως έπρεπε εσύ να πεθάνεις, για να συνεχίζουν τα σκουλίκια να ζουν από το πτώμα σου, γαντζωμένοι από την εξουσία όπως οι βδέλες. Όπως αυτός που πέφτει στο γκρεμό, και γαντζώνεται απελπισμένα από πέτρες και χορτάρια, ξεριζώνοντας και τσακίζοντας στο δρόμο προς τα κάτω.

Τώρα δε γελάει πια. Βρίσκεται μόνος, σ'ένα κλουβί για ανθρώπινες συνειδήσεις, σε μια μηχανή που είναι φτιαγμένη για να συνθλίβει ελεύθερες ψυχές. Και σφίγγει τώρα κι αυτόν. Αυτόν που δε κατάλαβε ποτέ πόσο μεγάλος είναι. Γιατί είναι τόσο μεγάλος, όσο κι αυτά για τα οποία αγωνίζεται. Μη τους αφήσεις να σε πάρουν κάτω μαζί τους φίλε. Σύντροφε. Αυτοί ανήκουν στη λάσπη, στο σκοτάδι. Κι όσο κι αν ουρλιάζουν, η σιωπή σου είναι πιο δυνατή. Γιατί εκεί μέσα κλειδωμένος, είσαι πιο ελεύθερος από όλους εμάς. Κράτα. Μια μέρα θα χορεύουμε όλοι μαζί...